4 Μαΐ 2008

Στο χιόνι

Γυμνή
και το χιόνι επάνω της πέφτει
μαύρο, λευκό της νύχτας, χιόνι

Ω! άγγελοι
από τις προσευχές μου σέρνεστε
και χώνεστε εδώ στη σελίδα αυτή,
στις νιφάδες ανάμεσα, εκεί
πάνω απ’ αυτήν την κάποτε νύφη
γυμνή στου βάλτου το ανάχωμα.
Σ’ αγέννητες καλαμιές νεκρή, λένε,
ανούσια, ασήμαντη, γυμνή, αυτή
νεκρή πόρνη που τη φωνάζανε
Aγάπη

Και δίπλα της, πρασινόλευκο χόρτο
καπνίζουν τώρα χαμένα σπουργίτια
του χειμώνα οι μαστουρωμένοι
μπελάδες.
Του χρόνου - ω, ναι! - ψίχουλα
θα ζητιανεύουν παγωμένης μνήμης.
Τώρα
με σκέλια ανοικτά το ράμφος κρύβουν
απ’ τη θαμμένη στο τζάμι σελίδα
- μόνο στο χόρτο, το ράμφος
στο χόρτο που φλέγεται.
Έχει μια γεύση ξοδεμένο σπέρμα, λένε,
πόρνης νεκρής στου βάλτου το ανάχωμα

(Από τη συλλογή: Toυ Έρωτα και του Πηλού)

Χαμόγελο φεγγάρι

Αλήθεια είναι πως φόρεσα
του αγεριού και μιας ομίχλης το λευκό
- το δέσιμο μαλλιών Της, χιονιά κορδέλα

γυρεύοντας τα σκορπισμένα χέρια μου
κει στου ψηλού καιρού το τάμα άναμμα
ανάσα μακριά απ’ το Βιβλικό χαμόγελό Της

Κι ενώ βαθιά απ’ το όνειρο γεννιόμουν
στάλες πορφυρογέννητων ήλιων, πυρήνες
στράγγιζε εμένα - έναν μετά τον άλλον

Πώς αλλιώς θα μπορούσα να φυτρώσω, λέει
στην πλάτη Της, εγώ, αξόδευτος χρόνος
σπόρος μέχρι την ώριμη καρδιά, σιωπή

Αχ, τόσο απλά αύριο θα κοιτάζουμε
έναν Απρίλη μακριά μας να καλπάζει
μ’ αγκάθινα πλεγμένο ένα χαμόγελο φεγγάρι

(Από τη συλλογή: Toυ Έρωτα και του Πηλού)